Παράθυρο στο παρελθόν

Παράθυρο στο παρελθόν

Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2008

Η αβάσταχτη ελαφρότητα του "δραπετεύειν" Επεισόδιο 12o

Όλα έμοιαζαν να πηγαίνουν καλά, αν και στα οικονομικά παρουσιάσθηκαν αρκετές δυσκολίες και προβλήματα. Τα τελευταία με έφεραν σύντομα σε αδιέξοδο και όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις αναζήτησα μια δεύτερη απασχόληση. Δουλειές του ποδαριού όπως συνηθίζεται να λέμε, μα γρήγορα κατάλαβα πως η οικοδομή μπορούσε να μου προσφέρει περισσότερα σε μικρότερο χρονικό διάστημα. Με τον καιρό εξοικειώθηκα με τον χώρο και σιγά -σιγά άρχισα να αναλαμβάνω μικρές εργολαβίες. Βέβαια η κύρια απασχόληση μου δεν μου επέτρεπε πολλά αλλά πάντα εύρισκα χρόνο τα απογεύματα να ενισχύω τα πενιχρά μας οικονομικά. Εκείνη την εποχή συνέβη και το ατύχημα με το μάτι μου. Ήταν, πάνω στην προσπάθεια να αφαιρέσω καρφί από σανίδα, που τραυματίσθηκα σοβαρά. Παρ όλες τις προσπάθειες των γιατρών το δεξί μάτι έπρεπε να αφαιρεθεί ολοκληρωτικά και για να σκεπάσω την αναπηρία μου τοποθέτησα μια απομίμηση. Η εταιρία ήταν έτοιμη να με απολύσει αλλά τελικά με μετέθεσε στις κεντρικές αποθήκες της σε θέση νυχτοφύλακα. Το πρωί επέστρεφα σπίτι, κοιμόμουν μερικές ώρες και πολύ πριν μεσημεριάσει βρισκόμουν στην οικοδομή. Την Ελένη την έβλεπα τα απογεύματα όταν δεν συναντούσε την ομάδα της και εγώ δεν πήγαινα σε κάποιο μπαρ να κουτσοπιώ. Τις παρέες της νιότης μου είχα καταφέρει να ξεπεράσω οπότε ο κίνδυνος να επιστρέψω στο αμαρτωλό παρελθόν είχε περιορισθεί σημαντικά. Οι φίλοι της Ελένης μου φαίνονταν αλλόκοτοι και παράξενοι και γενικά δεν ταιριάζαμε ούτε στις ιδέες ούτε στις μεθοδεύσεις που συνήθιζαν να ακολουθούν. Την Ελένη δεν έμοιαζε να απασχολεί αυτή η αντίθεση, αν και όπως έμαθα πιεζόταν πολύ από τον πυρήνα της οργάνωσης να διαλύσει την παράταιρη για τις αρχές τους σχέση. Η δική μου αντίθεση και αποδοκιμασία εκδηλωνόταν σε κάθε ευκαιρία φέρνοντας πάντα σε δύσκολη θέση την συμβία μου. Αρχικά έβλεπα αυτή την κατάσταση με διάθεση ειρωνική και πολλές φορές αδιάφορη. Η αδιαφορία μου άρχισε να μετατρεπεται σε ανησυχία όταν η απουσία της γινόταν ολοένα και συχνότερη. Οι σχέσεις μας άρχισαν να αγγίζουν καταστάσεις αδιέξοδου όταν άρχισε να λείπει και τις νύχτες, κάτι που δεν απασχολούσε μόνο εμένα αλλά και τα τρία παιδιά μας που μοιραία ήταν αναγκασμένα να «φιλοξενούνται» από την μητέρα της. Η τελευταία ήταν ανεπαρκής ως επικίνδυνη παραδομένη καθώς ήταν στην σαγήνη του φάντη και του βαλέ, φτάνοντας σε σημείο, πολλές φορές, να λησμονεί τις βασικές τους ανάγκες και προτεραιότητες. Τα παιδιά άρχισαν να δείχνουν σημάδια μελαγχολίας και πολλές φορές αντιμετώπιζαν συναισθηματική αστάθεια και ροπή προς την παραβατικότητα. Αν και φαινόταν να συνειδητοποιεί την κατάσταση δεν έδειχνε να προσπαθεί να αλλάξει. Ο χρόνος κατέληξε να μοιάζει με κρισάρα. Το «κοσκίνισμα» έμοιαζε να φτάνει στο τέρμα του, μιας και όλα όσα μπορούσαν να περάσουν μέσα από τις τρύπες, όλες οι ευχάριστες στιγμές και απολαύσεις έμοιαζαν να έχουν γλιστρήσει προ πολλού, αφήνοντας όσα προβλήματα δεν μπορούσαμε να ξεπεράσουμε κατακάθια σφηνωμένα στο μυαλό και στις καρδιές μας.